Θίασος του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1975) [Κριτική]


“Ήταν καλοκαίρι του 1964. Είχα τελειώσει τις σπουδές μου στη Γαλλία και επέστρεψα στην Ελλάδα για να δω τους δικούς μου. Το λεωφορείο από το αεροδρόμιο με άφησε στο Σύνταγμα. Κατευθύνθηκε με το σάκο στον ώμο προς το σπίτι μου. Έπεσα πάνω σε μια φοιτητική διαδήλωση. Η αστυνομία είχε πέσει πάνω στα παιδιά και τα έδερνε. Εγώ δεν είχα καμία σχέση με αυτά που συνέβαιναν, έτσι συνέχισα το δρόμο μου. Ε, έφαγα ξύλο. Μου σπάσανε τα γυαλιά. Γύρισα στο σπίτι μου πολύ αναστατωμένος. Ένιωσα σαν να βρισκόμουν μπροστά σ’ ένα δίλημμα “σ’ ενδιαφέρει αυτός ο τόπος ή όχι;” Είχα πει στη φίλη μου την Τώνια Μαρκετάκη που μου είχε προτείνει να κάνω κριτική κινηματογράφου στην εφημερίδα “Αλλαγή” ότι είχα έρθει στην Ελλάδα για να φύγω. Την άλλη μέρα την τηλεφώνησα και της είπα ότι θα μείνω. Κι έμεινα. Για να καταλάβω. Έκανα τις πρώτες μου ταινίες (“Αναπαράσταση”, “Μέρες του ’36” και “Θίασος”) για να καταλάβω την Ελλάδα…” Θόδωρος Αγγελόπουλος

Το 53ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τιμά τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, μέσα από ένα αφιέρωμα που περιλαμβάνει ένα πλέγμα αλληλοσυμπληρούμενων δράσεων, έχοντας ως βασικό άξονα, την προβολή τριών ταινιών – σταθμών στην πορεία του σκηνοθέτη: “Ο Θίασος” (1974), “Ταξίδι στα Κύθηρα” (1984) και “Τοπίο στην ομίχλη” (1988).

Το αφιέρωμα, περιλαμβάνει ακόμα, την ανοιχτή συζήτηση, «Μιλώντας για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο», καθώς και τη συναυλία της Ελένης Καραΐνδρου, «Μουσική και τραγούδια για τις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου». Το σχετικό αφιέρωμα, συνοδεύεται επίσης από πλήρη δίγλωσση έκδοση για το σύνολο του έργου του σπουδαίου Έλληνα Σκηνοθέτη.

Γεννημένος το 1935 στην Αθήνα, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος φοιτά στη Νομική εγκαταλείποντας όμως τη σχολή πριν αποφοιτήσει. Το 1961 βρίσκεται στο Παρίσι, όπου και παρακολουθεί στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας, φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας. Τον κερδίζει όμως ο κινηματογράφος και διακόπτει τις σπουδές του για χάρη της Σχολής IDHEC και το Musée de l’ Homme. Στην Ελλάδα επιστρέφει το 1964 και εργάζεται ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή, μαζί με τον στενό του φίλο, Βασίλη Ραφαηλίδη.

Η καριέρα του ως σκηνοθέτη ξεκινά με τη μικρού μήκους ταινία, «Εκπομπή» το 1968, ενώ δύο χρόνια αργότερα έρχεται η πρώτη του μεγάλου μήκους δημιουργία, η αριστουργηματική «Αναπαράσταση». Μέσα στην καρδιά της δικτατορίας, σκηνοθετεί το πρώτο μέρος της Τριλογίας της Ιστορίας, τις «Μέρες του `36» (1972). Μετά από τρία χρόνια, και γυρίσματα στα κρυφά λόγω της απειλής της λογοκρισίας, ο Αγγελόπουλος επιστρέφει με την πιο φιλόδοξη και ίσως την σπουδαιότερη ταινία της καριέρας του: «Ο Θίασος» (1975). Η ταινία, είναι ουσιαστικά μια ιστορική καταγραφή, φωτογραφίζοντας μια διαφορετική Ελλάδα, μέσα από έναν θίασο που γίνεται μάρτυρας της δραματικής εξέλιξης της Ιστορίας αλλά και της αναβίωσης του μύθου των Ατρειδών.

Η ταινία ακολουθεί τις περιπέτειες ενός περιοδεύοντος θιάσου στην Ελλάδα από το 1939 μέχρι το 1952, ο οποίος προσπαθεί να παρουσιάσει μια θεατρική παράσταση του βουκολικού δράματος του Περεσιάδη, Γκόλφω η βοσκοπούλα. Μπροστά μας ξεδιπλώνεται τόσο η πολιτική ιστορία της Ελλάδας όσο και η ιδιωτική των μελών του θιάσου, που είναι ταυτόχρονα και μέλη της ίδιας οικογένειας. Οι δύο αυτές συνιστώσες, πλέκονται αξεδιάλυτα.

Στο ένα σκέλος, παρακολουθούμε όλη τη νεότερη ιστορία της Ελλάδος, μέσα από τη ματιά του Σκηνοθέτη, αποδομημένη και χτισμένη από την αρχή, έτσι όπως δυστυχώς, δεν τη διδαχθήκαμε, ποτέ… Από τις τελευταίες μέρες της δικτατορίας του Μεταξά, την έναρξη του πολέμου, την ιταλική εισβολή, τη γερμανική κατοχή, την Απελευθέρωση, την άφιξη των συμμάχων (Άγγλων αρχικά και Αμερικανών στη συνέχεια), την καταπίεση των «αριστερών» αγωνιστών και τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι τις εκλογές του 1952 όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της Δεξιάς.

Παράλληλα, γινόμαστε κοινωνοί στις τραγικές περιπέτειες της οικογένειας του Ορέστη, της αδελφής του, του πατέρα του, της μητέρας του και του εραστή της, που παραπέμπουν στον κεντρικό πυρήνα του μύθου των Ατρειδών. Ο πατέρας εκτελείται από τους Γερμανούς, μετά την προδοτική καταγγελία του εραστή της μητέρας, κι ο Ορέστης, αντάρτης της Αριστεράς, με τη συνεργασία της αδελφής, θα σκοτώσει επί σκηνής τη μητέρα του και τον εραστή της, για να έρθει και η δική του εκτέλεση κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων που ακολούθησαν τη γενική καταστολή του ανταρτικού κατά τον Εμφύλιο. Το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας είναι η μεγάλη αδελφή, εκείνη που, κατά το σχήμα του μύθου, θα ήταν η Ηλέκτρα.

Η Ηλέκτρα, θα είναι και η μόνη της οικογένειας που, μετά τα δεκατρία χρόνια Ιστορίας τα οποία πραγματεύεται η ταινία, μένει ως το τέλος και φροντίζει τον μικρό Ορέστη, το γιο της μικρής αδελφής που έχει παντρευτεί έναν Αμερικανό αξιωματικό. Η χρονολογική πορεία της ταινίας, περίπλοκη και πολύπλοκη, κτίζεται με διαρκείς χρονικούς ελιγμούς και συνεχείς εναλλαγές εποχών. Η ταινία αρχίζει το 1952 και τελειώνει το 1939, μ’ ένα πανομοιότυπο πλάνο.

“Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία, αλλά δε μπορώ να κάνω το ταξίδι σας.

Είμαι επισκέπτης.

Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά..

Κι έπειτα, δε μου ανήκει.

Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει »δικό μου είναι».

Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου, είχα πει κάποτε με υπεροψία.

Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε.

Ότι δεν έχω, καν, όνομα.

Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο.

Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάζω. Ξεχάστε με στη θάλασσα.

Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία.”

Ανέκδοτο ποίημα του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, γραμμένο το 1982.

Ο Θίασος είναι μία μακράς πνοής κινηματογραφική τοιχογραφία, η οποία απλώνεται από τις τελευταίες μέρες της Δικτατορίας του Μεταξά έως τον πρώτο καιρό της τυπικής αποκατάστασης της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και την άνοδο της δεξιάς παράταξης στην εξουσία το 1952. Μέσα από την περιπλάνηση ενός περιοδεύοντος θιάσου, η ιστορία της Ελλάδας περιπλέκεται με τις ιστορίες των ηθοποιών.

Η ταινία που γυρίστηκε υπό αντίξοες συνθήκες και προβλήθηκε το 1975, ουσιαστικά άνοιξε τις πύλες του τότε Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου στην Ευρώπη. Γνώρισε ενθουσιώδης κριτικές, από τον διεθνή κυρίως Τύπο και συγκέντρωσε περισσότερα από 15 βραβεία και διακρίσεις, δείγμα της μεγάλης της αποδοχής. Επιτρέψτε μου, να αναφέρω κάποια από τα βραβεία της ταινίας:
Επτά βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (α’ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, φωτογραφίας, α’ γυναικείου ρόλου, α’ ανδρικού ρόλου και βραβείο κοινού). Βραβείο FIPRESCI στο Φεστιβάλ των Καννών και Interfilm Award στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου.

Η σύλληψη και το σενάριο είναι επινόησης και γραφής του Θόδωρου Αγγελόπουλου, μαζί με τον στενό του συνεργάτη Πέτρο Μάρκαρη. Προκειμένου να εξασφαλίσει άδεια για τα γυρίσματα, υποβάλλει ψεύτικο σενάριο στον Ζουρνατζή, τον αρμόδιο υπουργό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη το φθινόπωρο του 1973, λέγοντας ότι η ταινία είχε ως θέμα, τον μύθο των Ατρειδών. Η Χούντα πέφτει, η ταινία ολοκληρώνεται αλλά και πάλι η αιώνια διχόνοια των Ελλήνων, κάνει την επανεμφάνιση της. Μόνο ως συγκλονιστικά, μπορώ να περιγράψω, τα όσα λέει ο ίδιος ο παραγωγός της ταινίας, ο Γιώργος Παπαλιός, φίλος και συνεργάτης του Θόδωρου Αγγελόπουλου:

«Η είδηση ότι η ταινία ήταν κάτι μεγάλο φτάνει στις Κάννες, αλλά η κυβέρνηση Καραμανλή, με το επιχείρημα ότι η ιδεολογία του «Θιάσου» ήταν μονόπλευρη και αριστερή, αρνείται να υποβάλει την ταινία ως κρατική εκπροσώπηση στο Φεστιβάλ. Έτσι προβλήθηκε στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» με αποτέλεσμα να προκαλέσει πανζουρλισμό. Με πιο κορυφαία και συγκινητική στιγμή όταν ο Γερμανός σκηνοθέτης Werner Herzog σηκώθηκε, ανέβηκε στη σκηνή και φίλησε τα παπούτσια του Αγγελόπουλου. Χαμός!»

Στον «Θίασο» παρουσιάζονται όλα εκείνα τα συστατικά που χαρακτηρίζουν τον ιδιαίτερο Κινηματογράφο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Οι αργοί ρυθμοί, η χειρουργική ακρίβεια των πλάνων, το υπομονετικό ξετύλιγμα των ιστοριών του, συστατικά ενός έργου, που μας παρουσίαζε μια άλλη Ελλάδα, αληθινή, μακριά από καρτ ποστάλ, ηλιόλουστες παραλίες και αρχαιολογικούς θησαυρούς. Ήταν μια γκρίζα Ελλάδα, ματωμένη από τον Εμφύλιο, με συννεφιασμένους ουρανούς, εγκαταλειμμένα χωριά και τους ατελείωτους ερειπωμένους δρόμους της φτωχικής επαρχίας. Μια Ελλάδα που ποδοπατήθηκε στην Κατοχή, που αναγκάστηκε σε μαζική μετανάστευση, που επέστρεψε απογοητευμένη, για να διαπιστώσει ότι είναι πιο μπερδεμένη όσο ποτέ. Ίσως για όλους αυτούς τους λόγους, το Σινεμά του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ειλικρινές και χωρίς φτιασίδια, αγαπήθηκε περισσότερο στο εξωτερικό, παρά στο εσωτερικό. Ίσως γι’ αυτό ο «Θίασος» σήμερα, βρίσκεται δικαίως στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν από καταβολής της 7ης Τέχνης…

«Να μιλήσω στην επόμενη ταινία μου πιο απλά. Αλλά η απλότητα είναι κατάκτηση, όχι επιλογή. Ο Σεφέρης έλεγε «Θα ‘θελα να μιλήσω πιο απλά, να μου δοθεί αυτή η χάρη». Όσοι συνεχίζουμε να κάνουμε κινηματογράφο είναι, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Δεν είναι πια επάγγελμα αλλά τρόπος αναπνοής».
Θόδωρος Αγγελόπουλος

Η ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, “Θίασος” (The Travelling Players – 1975), θα προβληθεί την Τρίτη, 6 Νοεμβρίου, στην Αίθουσα Tώνια Mαρκετάκη στις 15:00 και την Πέμπτη, 8 Νοεμβρίου, στην Αίθουσα Ολύμπιον, στις 20:00.

Έτος: 1975 | Xώρα: Ελλάδα | Διάρκεια: 222 λεπτά | Σκηνοθεσία |Θόδωρος Αγγελόπουλος Σενάριο: Θόδωρος Αγγελόπουλος | Παίζουν: Μαρία Βασιλείου, Αλίκη Γεωργούλη, Νένα Μεντή.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s